6 Νοεμβρίου 2010

Ζωντανός Εφιάλτης - (2ο μέρος)




Συνέχεια από το προηγούμενο : Και τώρα μονάχη μου είμαι. Ο πατέρας έφυγε αρχές φθινοπώρου και θα επιστρέψει σε δυο μήνες, λίγο πριν τα Χριστούγεννα, για να περάσουμε μαζί τις γιορτές. Κάθομαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι μου. Έχω κλείσει τα μάτια μου κι ακούω μονάχα τις σταγόνες της βροχής να χτυπάνε το τζάμι στο παράθυρο μου.
Τουλάχιστον έχω αυτές να μου κρατάνε συντροφιά…
_____________________________

Τη βροχή ίσα που την ακούω τώρα. Ο μοναδικός ήχος που είχα συντροφιά ολόκληρο το απόγευμα, μοιάζει κι αυτός να με εγκαταλείπει και να με αφήνει μονάχη μου. Νιώθω τα βλέφαρά μου σιγά σιγά να βαραίνουν και το σώμα μου να κρυώνει.  Σχεδόν έχω ανατριχιάσει και μαζεύω τα γόνατα μου στο στήθος, μήπως και φυλακίσω λίγη ζέστη στο εσωτερικό τους, μα μάταιος κόπος. Χωρίς να ανοίξω τα μάτια μου τυλίγομαι με τη μάλλινη κουβέρτα που σκεπάζει το κρεβάτι μου και παραδίνομαι σε έναν βαθύ ύπνο.

Ξαφνικά στέκομαι ακριβώς πάνω από το κρεβάτι μου να κοιτάζω το  σώμα  μου που βρίσκεται κουλουριασμένο κάτω από την πολύχρωμη κουβέρτα. Δεν μπορώ να καταλάβω τι μου συμβαίνει. Νιώθω μια περίεργη αίσθηση, μα μου είναι δύσκολο να την εξηγήσω. Αισθάνομαι σα να έχω χάσει όλο μου τα βάρος, σαν να είμαι κάτι άυλο, κάτι διάφανο, ίσως αόρατο. Παρόλα αυτά έχω όλες μου τις αισθήσεις. Μπορώ εύκολα να καταλάβω πως όλο αυτό που συμβαίνει, μου προκαλεί αγωνία και φόβο. Κοιτάζω απέναντί μου το πρόσωπό μου που δείχνει ήρεμο και γαλήνιο και τρομάζω που η έκφραση του  μαρτυρά πως δεν αντιλαμβάνεται καθόλου τα όσα νιώθω. Σα να είμαστε δυο διαφορετικά όντα. Σα να μην υπάρχει καμία σύνδεση μεταξύ μας.
Σταματώ να το κοιτάζω γιατί με αγχώνει ακόμα περισσότερο. Δεν θέλω να μείνω εδώ. Κάτι με καλεί να βγω από το δωμάτιο. Δεν ξέρω τι, μα κάτι μου λέει πως πρέπει να αφήσω για λίγο μονάχο του το σώμα μου.  Το πιο περίεργο όμως,  είναι ότι μπορώ να το κάνω. Το σώμα μου μπορεί να βρίσκεται ακόμα ξαπλωμένο στο μεγάλο κρεβάτι, μα εγώ μπορώ να υπάρχω και χωρίς αυτό. Είναι σα να έχω μόνο μάτια. Μπορώ να δω τα πάντα γύρω μου, εκτός από το που βρίσκομαι εγώ. Δε γυρίζω να κοιτάξω ξανά προς το κρεβάτι, παρά φτάνω στην πόρτα και την ανοίγω για να βγω από το δωμάτιο.
Μπροστά μου ακριβώς περνάει ο διάδρομος. Στα δεξιά μου είναι οι ξενώνες, ενώ αριστερά είναι η κρεβατοκάμαρα του πατέρα μου. Οι υπηρέτριες έχουν σβήσει τα περισσότερα κεριά που κοσμούν αυτόν και δυσκολεύομαι να δω καλά γύρω μου. Αυτό που μου τραβάει αμέσως την προσοχή, είναι το ελαφρύ φως που φαίνεται να έρχεται από την κάμαρα του πάτερα μου. Ξέρω καλά πως ο ίδιος λείπει κι αποκλείεται κάποιος άλλος να χρησιμοποιεί το δωμάτιο του. Από την άλλη σκέφτομαι πως ίσως γύρισε ξαφνικά, ενώ εγώ κοιμόμουν. Η σκέψη αυτή σβήνει προς στιγμήν την ανησυχία μου. Καθώς πλησιάζω στο δωμάτιο νομίζω πως ακούω κάποιον να μιλάει από μέσα. Από αυτό το σημείο δεν μπορώ να καταλάβω τι λέει, αφού τα λόγια είναι τόσο σιγανά που μοιάζουν σχεδόν με ψίθυρους. Το μόνο που μπορώ να καταλάβω ενώ στέκομαι λίγο πριν την πόρτα, είναι πως αυτός που μιλάει δεν είναι άντρας, αλλά γυναίκα. Αρχίζω λοιπόν να ανησυχώ και πάλι. Οι μόνες γυναίκες που έχουμε στο σπίτι είναι η θεία Λάουρα, η αδερφή του πατέρα μου, τρεις υπηρέτριες και η μαγείρισσα, η Τζέην. Τέτοια ώρα, καμία από όλες τους δεν μπορεί να βρίσκεται στο δωμάτιο του πατέρα. Όλες τους λογικά θα κοιμούνται. Αποφασίζω να βάλω ένα τέλος σε όλες αυτές τις υποθέσεις και μπαίνω στο δωμάτιο.
Στην αρχή το μόνο που βλέπω είναι το κρεβάτι του πατέρα μου. Είναι άθικτο, τα σκεπάσματα είναι στη θέση τους τακτοποιημένα μαρτυρώντας πως κανένας δεν το έχει χρησιμοποιήσει ακόμα. Στη συνέχεια τα μάτια μου προσπαθούν να βρουν το σημείο από το οποίο έρχεται εκείνο το ελαφρύ φως που φτάνει ως το διάδρομο. Δεξιά δεν υπάρχει τίποτα. Γυρίζω προς τα αριστερά και ένα δυνατό ουρλιαχτό ξεπετάγεται από μέσα μου εξαιτίας του θεάματος που έχω  μπροστά μου. Μόνο που κανείς δεν μπορεί να ακούσει αυτό το ουρλιαχτό, ούτε καν εγώ. Άλλοτε θα μπορούσα να ακούσω τους χτύπους της καρδίας μου να ανεβαίνουν εξαιτίας του φόβου μου, μα τώρα δε ακούω τίποτα. Ξέρω καλά όμως πως φοβάμαι. Φοβάμαι πολύ, σχεδόν τρέμω.
Στο γραφείο του πατέρα μου κάθεται μια γυναίκα. Είναι σκυφτή και δεν μπορώ να δω το πρόσωπό της. Γράφει γρήγορα πάνω σε μια κολλά χαρτί , δεν ξέρω τι, και ταυτόχρονα μιλάει μόνη της. Και ενώ είμαι τόσο κοντά της, ούτε πάλι μπορώ να καταλάβω τι λέει. Οι λέξεις που βγαίνουν από τα χείλη της δεν μοιάζουν με τη δική μας γλώσσα, μοιάζουν περισσότερο με ασυναρτησίες, με ακαταλαβίστικα και αδυνατώ να βγάλω νόημα. Δεν πλησιάζω περισσότερο. Στέκομαι εδώ να παρατηρώ απλώς τις κινήσεις της. Είναι νευρικές και απότομες σαν τις κινήσεις που κάνει κάποιος τρελός. Ίσα που μπορώ να διακρίνω πως φοράει ένα κατάλευκο φόρεμα που μοιάζει με νυχτικό, μα δεν είμαι σίγουρη.  Αυτό που τραβάει όμως περισσότερο την προσοχή μου είναι τα ξανθοκόκκινα μακριά μαλλιά της, που χύνονται ελεύθερα πάνω στο γραφείο του πατέρα μου σαν άγριοι χείμαρροι.  Έχουν τόσο έντονο χρώμα που μοιάζουν με φωτιά. Τόσο έντονο χρώμα, σαν το δικό μου. Ποτέ μου δεν είδα άλλη γυναίκα να έχει το χρώμα των δικών μου μαλλιών. Κι όμως τα μαλλιά αυτής της άγνωστης, είναι ίδια  με τα δικά μου.
Δεν με έχει πάρει είδηση. Δεν ξέρει ότι την παρακολουθώ. Συνεχίζει να γράφει βιαστικά πάνω στο χαρτί ενώ κάθε τόσο βυθίζει τη γραφίδα στο μελάνι για να μπορέσει να συνεχίσει. Δοκιμάζω να πλησιάσω περισσότερο. Ίσως τελικά να μη μπορεί κανείς να με δει. Θέλω πολύ να δω ποια είναι, να δω τι γράφει. Τίποτα άλλο δεν με νοιάζει περισσότερο αυτή τη στιγμή. Ούτε καν το πώς βρέθηκε στο δωμάτιο του πατέρα μου. Μα καθώς πλησιάζω, σηκώνει το κεφάλι της και τα μάτια της καρφώνονται στα δικά μου, ακινητοποιώντας με.
Τα μάτια της. Τα ξέρω αυτά τα μάτια. Αυτά τα πράσινα μάτια τα ξέρω πολύ καλά. Αρχίζω και πάλι να ουρλιάζω, μα κανείς δεν με ακούει. Αυτά τα μάτια τα έχω δει χίλιες φορές σε τόσες φωτογραφίες, τα έχω δει στο πορτρέτο που έχει ο πατέρας μου κρεμασμένο πάνω από το τζάκι στο μεγάλο σαλόνι.
Αυτά τα μάτια είναι της μητέρας μου.
Η άγνωστη γυναίκα που στέκεται απέναντί μου, είναι η μητέρα μου.

Συνεχίζεται…

7 σχόλια:

  1. Ανώνυμος6/11/10 9:27 μ.μ.

    Με καθηλωσες κ με ανατριχιασες!!!
    Την εμπειρια που βιωνει η πρωταγωνιστρια,την εχω βιωσει κ εγω,οχι τοσο τρομακτικη ομως...
    Μπραβο,ειναι υπεροχη η συνεχεια!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Νατάσσα θα περάσω κάποια στιγμή άυριο. Ανυπομονώ Καληνύχτα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Στην κυριολεξία με συγκλόνισαν οι σκηνές. Η φαντασία σου οργιάζει αλλά ξέρεις να την ελέγχεις και να την θέτεις υπό τις προσταγές σου. Η Εγγλέζικη ατμόσφαιρα μου αρέσει πολύ. Έχεις εκείνο το σπάνιο ταλέντο να δίνεις στους αναγνώστες σου ζωντανές τις σκηνές σου.
    Με έχεις αγχώσει τώρα. Άντε και το τέλος θηλυκέ Χίτσκοκ!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. @Παναγία μου!
    Άρτεμις κοπέλα μου, έχεις βιώσει τέτοια εμπειρία; Εγώ μόνο και που την έγραφα, τρομαζα!Πόσο μαλλον να τη ζεις! Ευτυχώς βέβαια που δεν ήταν το ίδιο τρομακτική κ ελπίζω να είχε καλή κατάληξη!

    Χαίρομαι που σε έκανε να νιώσεις έτσι!Πάει να πει πως κατάφερα έστω και λίγο να σε κάνω να αισθανθείς την ατμόσφαιρα!
    Φιλάκια καλή μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. @Χριστόφορέ μου,
    κάνω ο,τι μπορώ! Κάθε φορά προσπαθώ για το καλύτερο! Αλλά μην τα παραλές κιόλας...
    Με τιμά η παρομοίωση αλλά μέχρι των Χίτσκοκ εχω πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα!
    Πάντως είσαι πολύ ευγενικός κ σε ευχαριστώ! Το ξερω πως το λες από την καλή καρδιά σου!

    Καλό βραδάκι φίλε μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Αχ Νατάσσα μου έχεις τον τρόπο σου να με καθηλώνεις!!!
    Φιλιά πολλά καλή μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. @Μαράκι μου
    σου άρεσε; 'Ασε, την έχω σκεφτεί λίγο τρομακτική αυτή την ιστορία! Περίμενε κ συνέχεια καλή μου!

    Φιλιά πολλά!
    ;-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Πες μου αυτό που σκέφτηκες...
Σε ακούω...