28 Σεπτεμβρίου 2011

Οι εραστές της γραφής - Πασχαλία Τραυλού




Το βιβλίο της Πασχαλίας Τραυλού «Οι εραστές της γραφής» κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2011 από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Πρόκειται για ένα εγχείρημα της συγγραφέως να παρακολουθήσει, όπως λέει και η ίδια, τις διεργασίες και τις ζυμώσεις σε ψυχολογικό και νοητικό επίπεδο που λαμβάνουν χώρα κατά τη διαδικασία της δημιουργικής γραφής. Μέσα από αυτήν της την προσπάθεια επιχειρεί να κατανοήσει περισσότερο τους λόγους για τους οποίους η ίδια, αλλά και άλλοι ομότεχνοί της, παραδίδονται άνευ όρων σε αυτόν τον «έρωτα» που λέγεται γραφή. Γιατί περί έρωτος πρόκειται…
Κι οι συγγραφείς είναι οι εραστές της…

Έχω διαβάσει κι άλλα βιβλία που προσπαθούν να αποτυπώσουν τις ιδέες και την αντίληψη του συγγραφέα γύρω από το ζήτημα «γράφω». Το βιβλίο της Πασχαλίας Τραυλού όμως υπήρξε το μόνο με το οποίο ταυτίστηκα ολοκληρωτικά. Κι όταν λέω ολοκληρωτικά το εννοώ. Είχα την εντύπωση πως την κάθε λέξη, την κάθε πρόταση, την κάθε σελίδα, με τις όποιες ιδέες και συναισθήματα συνόδευαν αυτές, είχαν γραφτεί από το δικό μου χέρι. Ήταν λες κι έβλεπα μπροστά μου τις δικές μου σκέψεις αραδιασμένες στις λευκές σελίδες του βιβλίου. Ένα συναίσθημα που δεν μπορώ να το περιγράψω με λέξεις.

Έχω μια συνήθεια. Κάθε φορά που διαβάζω ένα καινούργιο βιβλίο κάθομαι κι υπογραμμίζω λέξεις και φράσεις που θέλω να θυμάμαι κι ύστερα τις καθαρογράφω σε ένα τετράδιο. Ε λοιπόν σε αυτό το βιβλίο δεν μπόρεσα να το κάνω γιατί απλώς η κάθε φράση, η κάθε παράγραφος ήθελε υπογράμμιση. Νομίζω λοιπόν πως θα χρειαστώ πολλά τετράδια για να καταγράψω σε αυτά όλα τα σημαντικά σημεία του εν λόγω βιβλίου.

Σε παλιότερή μου ανάρτηση που αφορούσε στο θέμα της γραφής είχα κλείσει το κείμενο μου λέγοντας : Ζω για να γράφω.
Την ίδια ακριβώς φράση βρήκα στο βιβλίο της κας Τραυλού.
«Οι εραστές της γραφής δε βιώνουν τη δημιουργική διαδικασία ως εμβόλιμη απασχόληση στη ροή της ζωής τους. Ζουν για να γράφουν. Δε ζουν αν δε γράφουν…»

Αν σας αρέσει να γράφετε δεν έχετε παρά να το διαβάσετε. Θα διαπιστώσετε και μόνοι σας ότι τελικά δεν είστε οι μόνοι που νιώθετε όλα όσα νιώθετε στην προσπάθεια σας να γράψετε. Είναι πολλοί εκείνοι που κουβαλούν τον ίδιο πόθο, την ίδια αγωνία, το ίδιο άγχος, πόνο, φόβο, λατρεία, ψύχωση και τόσα μα τόσα άλλα συναισθήματα που μου είναι αδύνατον να απαριθμήσω εδώ.


Περιεχόμενα του βιβλίου
-Οι εραστές της γραφής
-Πανδαμάτωρ όλων ο χρόνος
-Οι συγκυρίες του «έρωτα»
-Σιωπή αιώνων
-Έρωτας για τη λέξη ή για την ιδέα;
-Τα αμέτρητα κουστούμια μιας ιδέας
-Ο συνειρμός ως αίτιο έμπνευσης και ως μέσο εξέλιξης της εκφραστικής διαδικασίας
-Η διχογνωμία ως προς την αυθόρμητη καταγραφή της καλλιτεχνικής αντίδρασης στο ερέθισμα και την επιμελή επεξεργασία του λογοτεχνικού έργου
-Ψέματα και αλήθειες. Αναλαμπή και αναζήτηση.
Το πρόσωπο και το προσωπείο του συγγραφέα – λογοτέχνη
-Ενώπιος ενωπίω με την τελεία του τέλους
-Αντίκρυ στον καθρέφτη
Α’ Αυτοκριτική και αυτοαναίρεση
Β’ Η ώρα της κρίσης  

Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε :

Εραστής της γραφής είναι αυτός που περπατάει συνομιλώντας με τον ήρωά του, εκείνος που κρατάει συνεχώς σημειώσεις στο κουτί των τσιγάρων του, εκείνος που, ατενίζοντας τον ορίζοντα, βλέπει όχι ό,τι υπάρχει στην ευθεία των ματιών του, αλλά ό,τι εκτυλίσσεται στα άδυτα της ψυχής του.

Τα ψέματα και οι αλήθειες, τα προσωπεία των ηρώων και των δημιουργών, οι συνειρμοί και τα σύμβολα, οι πληγές και τα οράματα, το φως και το σκότος, οι ιδέες που γίνονται λέξεις και οι λέξεις που φιλοτεχνούν «κουστούμια» ιδεών παίρνουν μια θέση στη χορεία αυτών των στοχασμών, προκειμένου να δώσουν κάποια εξήγηση για τον μεγαλειώδη όσο και ψυχοφθόρο έρωτα της γραφής.

Μια χαρτογράφηση των σκοπέλων της δημιουργικής διαδικασίας. Ένα οδοιπορικό στην ψυχή του εραστή της γραφής.  


Συνέντευξη της Πασχαλίας Τραυλού στο ραδιοφωνικό σταθμό Mood Radio (Ιούνιος 2011) για το βιβλίο της «Οι εραστές της γραφής» αλλά και το νέο της μυθιστόρημα «Τα ρόδα της σιωπής» που μόλις κυκλοφόρησε (Σεπτέμβριος 2011).

27 Σεπτεμβρίου 2011

Βράδυ στερνό των αναμνήσεων

Το παρόν κείμενο αποτελεί αναδημοσίευση. Το είχα αναρτήσει και παλιότερα, μα δεν υπάρχει πια στο αρχειο. Το δημοσιεύω λοιπόν εκ νέου.




 Σε ένα ορεινό χωριό, Δεκέμβριος του 1997

Σε λίγο θα ξημέρωναν Χριστούγεννα. Ξαπλωμένη στο κρεβάτι της, προσπαθούσε ώρες τώρα να αποκοιμηθεί, μα ο Μορφέας φαινόταν να μη διανυκτερεύει εκείνο το ψυχρό χειμωνιάτικο βράδυ. Μοναδικός της εραστής εδώ και χρόνια, είχε αργήσει να φανεί. Δεν ήταν εκεί να την τυλίξει στην αγκαλιά του, να τη νανουρίσει, να την κάνει να του παραδοθεί. Ακόμα και αυτός την είχε απαρνηθεί απόψε. Ακόμα και αυτός, την είχε αφήσει μονάχη της…
Σηκώθηκε με κόπο από το κρεβάτι και τύλιξε τους μαζεμένους ώμους της στο χοντρό μαύρο σάλι για να μην κρυώνει. Ίσως με αυτό να μπορούσε να ζεστάνει για λίγο και την παγωνιά της καρδιά της, σκέφτηκε με παράπονο. Πλησίασε με αργά βήματα το μικρό παράθυρο που βρισκόταν στην άκρη του σκοτεινού δωματίου και στάθηκε να παρατηρεί το σκοτάδι μήπως και ανακάλυπτε ένα μικρό σημάδι ζωής σε εκείνο το απομονωμένο τοπίο. Μα μόνο οι λευκές νιφάδες του χιονιού που ξεγλιστρούσαν με χάρη από την αγκαλιά του μαύρου ουρανού έμοιαζαν να έχουν ζωή. Και τώρα ελεύθερες έτσι όπως στροβιλίζονταν, φάνταζαν με μπαλαρίνες που χόρευαν στο ρυθμό του δυνατού ανέμου που φυσούσε σχεδόν με μανία. Πόσο θα ήθελε να ήταν και εκείνη μια μικρή νιφάδα χιονιού. Να ζούσε μόνο όσο διαρκεί το σύντομο ταξίδι της από τον ουρανό μέχρι τη γη και μετά να έλιωνε, να χανόταν, να εξαφανιζόταν για πάντα...Δεν θα την πείραζε που θα αντίκριζε τον κόσμο έστω για λίγα μόνο λεπτά. Θα ήταν ευτυχισμένη γιατί θα ζούσε ανέμελη, ελεύθερη, χωρίς έγνοιες και σκοτούρες. Και δε θα ένιωθε ποτέ μόνη της αφού δίπλα της, στο ίδιο ταξίδι, θα τη συντρόφευαν -πάντα πιστά- οι υπόλοιπες όμοιες της.
Άναψε το μικρό πορτατίφ που βρισκόταν δίπλα της και ένα ζεστό φως πλημμύρισε το δωμάτιο. Δίπλα του ακριβώς, σκεπασμένο με ένα λευκό σεμέν κρυβόταν χρόνια τώρα ένα μικρό ξύλινο κουτί. Πόσα χρόνια είχε να το ανοίξει; αναρωτήθηκε. Εκεί μέσα ήταν κλειδωμένο όλο της το παρελθόν. Το κρατούσε καλά σφραγισμένο για να μη θυμάται. Την πονούσε πολύ να θυμάται. Μα απόψε κάτι είχε νιώσει να την καλεί πίσω σε αυτό, στα χρόνια της χαμένης της νιότης. Το κράτησε για λίγο με στοργή στα τρεμάμενα χέρια της και έπειτα το άνοιξε. Πάνω πάνω αντίκρισε, ένα ξερό λευκό τριαντάφυλλο και δίπλα του ένα χρυσό σταυρό, δώρα της πρώτης της αγάπης. Της μοναδικής αγάπης που είχε ποτέ στη ζωή της. Ακριβώς από κάτω, μια ασπρόμαυρη φωτογραφία απεικόνιζε έναν νεαρό άντρα ντυμένο στρατιώτη. Δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια της και ένας πνιχτός λυγμός ξέφυγε από το στήθος της. Την λάτρευε αυτή τη φωτογραφία και ταυτόχρονα την μισούσε όσο τίποτα άλλο στον κόσμο. Μπορούσε σε αυτή να αντικρίσει τον μοναδικό άντρα που αγάπησε σε όλη της ζωή και παράλληλα να θυμάται τον πόλεμο που της τον πήρε τόσο γρήγορα από κοντά της. Εκείνον τον καταραμένο αδελφοκτόνο αλληλοσπαραγμό που σημάδεψε για πάντα τη ζωή της και την άφησε διαλυμένη να θρηνεί το χαμό του αγαπημένου της. Στο πίσω μέρος της, αναγνώρισε το γραφικό του χαρακτήρα :


Δε φοβάμαι τον πόλεμο!
Φοβάμαι μόνο μην δεν μπορέσω να αντικρίσω ξανά τα μάτια σου!
Φοβάμαι μόνο μην δε μπορέσω να γευτώ ξανά το φιλί σου!
Φοβάμαι…

Σε αγαπώ! Για πάντα δικός σου!
Γράμμος, 15 Αυγούστου του 1949


Oι λυγμοί της έγιναν τώρα πιο έντονοι. Ένιωσε να την πνίγουν καθώς σφήνωναν στο λαιμό της. Αισθάνθηκε την ανάσα της να κόβεται και με δυσκολία πια μπορούσε να αναπνεύσει. Προσπάθησε να συνέλθει και κρατώντας την κιτρινισμένη φωτογραφία πήγε πάλι προς το κρεβάτι της.
Άφησε το σάλι να γλιστρήσει στην παλιά καφέ ξεφτισμένη πολυθρόνα που βρισκόταν δίπλα της και ξάπλωσε πάλι στο σκληρό της στρώμα, μήπως κατάφερνε τελικά να αποκοιμηθεί. Τα γερασμένα της δάχτυλα χάιδεψαν για άλλη μια φορά το νεαρό πρόσωπο της φωτογραφίας και ταξίδεψαν αργά ως τα χείλη του όμορφου άντρα. Πόσα ταξίδια της είχαν χαρίσει εκείνα τα μεταξένια χείλη, σκέφτηκε αγγίζοντας τα. Ταξίδια χωρίς επιστροφή, σε τόπους μαγεμένους, σε τόπους ονειρικούς που έκαναν την ψυχή της να βγάζει φτερά και να πετάει στα σύννεφα πλημμυρισμένη από ευτυχία. Διαδρομές ενός φλογερού πάθους που έκαναν το κορμί της να ανατριχιάζει και να παίρνει φωτιά από την ηδονή. Ας ήταν εδώ να τα φιλήσει μία ακόμα φορά, ευχήθηκε γεμάτη νοσταλγία και ακούμπησε το ζαρωμένο της στόμα στα χάρτινα χείλη του για να του χαρίσει το τελευταίο της φιλί. Και το ένιωσε τούτο το στερνό φιλί τους. Μα αυτή τη φορά δεν ήταν γλυκό όπως εκείνα που είχαν δώσει τόσες και τόσες φορές. Αυτή τη φορά έμοιαζε να στάζει δάκρυα, να κομματιάζεται, να τσακίζεται από τον πόνο του χωρισμού, την πίκρα της τελευταίας αντάμωσης.
Έκλεισε ελαφρά τα βλέφαρά της και κράτησε σφιχτά στο στήθος της την φθαρμένη φωτογραφία του αγαπημένου της. Την ακούμπησε πάνω στην γερασμένη της καρδιά και μια δυνατή μαχαιριά αισθάνθηκε να της τρυπάει τα σωθικά. Άκουσε τους χτύπους της καρδιάς της να πηγαίνουν πιο γρήγορα όπως τότε που τον είχε αντικρίσει για πρώτη φορά. Μα πως ήταν δυνατόν να τον ξεχάσει; Τον είχε αναγνωρίσει αμέσως. Σαν να μην είχε περάσει ούτε μια μέρα από τότε που οι δρόμοι τους χώρισαν για πάντα.
«Καλωσόρισες στο σπίτι σου αγάπη μου!» του είπε ψιθυριστά λες και ήταν δίπλα της να την ακούσει. Πράγματι, σπίτι του ήταν η καρδιά της και εκείνος ο μοναδικός κάτοικος του. Όταν όμως έφυγε από κοντά της, τούτο το σπίτι ερήμωσε, κλείδωσε τις πόρτες του, σφράγισε τα παραθύρια του και έμεινε άδειο και βουβό να νοσταλγεί το χαμένο παράδεισο της αγάπης τους.
Εικόνες άρχισαν να κατακλύζουν το μυαλό της και σαν όνειρο πέρασαν από μπροστά της εκείνα τα πρώτα αξέχαστα λεπτά της γνωριμίας τους. Ήταν και τότε Παραμονές Χριστουγέννων, του έτους 1948. Εκείνο το απόγευμα χιόνιζε πολύ και το κρύο ήταν τσουχτερό. Κανείς δεν τολμούσε να κυκλοφορήσει στους δρόμους με τέτοια παγωνιά. Η αγορά ήταν έρημη, τα καφενεία άδεια και μόνο κάποια θαρραλέα παιδιά που αψηφούσαν το κρύο έτρεχαν από δω και από κει γελώντας και παίζοντας χιονοπόλεμο. Οι περισσότεροι είχαν προτιμήσει τη ζεστασιά των σπιτιών τους. Θα μαζεύονταν όλοι γύρω από το τζάκι, θα έλεγαν ιστορίες, θα αστειεύονταν και αργότερα όταν θα βράδιαζε, θα έτρωγαν παρέα καθισμένοι με τις οικογένειες τους γύρω από το γιορτινό τραπέζι. Εκείνη όμως δεν φάνηκε να υπολογίζει τη ψύχρα. Ήθελε να βγει για λίγο έξω να περπατήσει, να απολαύσει το κάτασπρο τοπίο και να αναπνεύσει τον παγωμένο αέρα.
Περπάτησε για ώρα και έφτασε στη μεγάλη πλατεία του χωριού. Στη μέση ακριβώς δέσποζε το πελώριο χριστουγεννιάτικο έλατο στολισμένο λιτά με κόκκινους και λευκούς φιόγκους. Κανείς δεν ήταν τριγύρω και στάθηκε μονάχη της να το χαζεύει καθώς οι χοντρές νιφάδες του χιονιού χάιδευαν με χάρη τα πράσινα κλαδιά του, όμοια με χέρια που ψάχνουν απεγνωσμένα μια αγκαλιά. Αλλά καθώς το παρατηρούσε βυθισμένη μέσα στις σκέψεις της, ένας νεαρός άντρας ξεπρόβαλε στο πλάι του. Προσπάθησε να τον διακρίνει μα η δυνατή χιονοθύελλα την εμπόδισε. Έκανε ένα βήμα μπροστά και τότε τον αναγνώρισε. Ήταν εκείνος…Ο ίδιος όμορφος άντρας που είχε δει κάμποσες φορές τον τελευταίο καιρό να στέκεται μονάχος του εδώ στην πλατεία. Είχε προλάβει να δει τα θλιμμένα του μάτια που έμοιαζαν να σκοτεινιάζουν ακόμα περισσότερο κάθε φορά που το βλέμμα του αντίκριζε το δικό της. Ποτέ δεν είχε δει πιο όμορφα μάτια στη ζωή της. Έμοιαζαν με δυο πελώριες φουρτουνιασμένες θάλασσες και εκείνη με καράβι που λίγο ακόμα ήθελε να το πνίξουν και να το τραβήξουν στον σκοτεινό βυθό τους. Δεν ήταν λίγες οι φορές που είχε αισθανθεί το κοίταγμα του να είναι κολλημένο πάνω της, να την ακολουθεί σε κάθε της βήμα. Μα κάθε φορά που έστρεφε το πρόσωπο της προς το μέρος του ένιωθε τα μάτια του να πετούν σπίθες, έτοιμες να την κάψουν. Ποτέ δεν είχαν τολμήσει να πούνε μια λέξη τόσο καιρό. Στέκονταν αμίλητοι και ασάλευτοι να παρατηρούν ο ένας τον άλλον φοβούμενοι μήπως η παραμικρή τους κίνηση κατέστρεφε τη μαγεία που τους είχε τυλίξει.
Εκείνος έστρεψε το βλέμμα του προς το μέρος της και ένα ελαφρύ γοητευτικό χαμόγελο σχηματίστηκε στις άκρες των χειλιών του. Και ξαφνικά, για πρώτη φορά άρχισε να περπατάει και να έρχεται προς το μέρος της. Στάθηκε μόλις λίγα εκατοστά απέναντι της και συνέχισε να την παρατηρεί με εκείνο το βλέμμα που την έκανε να αισθάνεται πως θα λιποθυμήσει. Άπλωσε τα δυο του χέρια και χάιδεψε τα κόκκινα από το κρύο μάγουλα της. Η καρδιά της χτυπούσε σαν τρελή και νόμιζε πως σε λίγο θα ξεπηδούσε από το στήθος της. Και τότε, μέσα σε εκείνο το έρημο κατάλευκο τοπίο, κάτω από το χριστουγεννιάτικο έλατο, έσκυψε και ακούμπησε τα καυτά του χείλη πάνω στα δικά της. Στην αρχή ήρεμα, τρυφερά, γεμάτος δισταγμό για την αντίδραση που θα είχε το νεαρό κορίτσι. Στη συνέχεια όμως, βλέποντας πως και εκείνη ανταποκρινόταν με την ίδια θέρμη, το φιλί του έγινε πιο έντονο , πιο ορμητικό, σχεδόν βίαιο. Ξεχείλιζε από ένταση μαρτυρώντας τα θυελλώδη συναισθήματα που θρόνιαζαν στην καρδιά του. Τα χείλη του ταξίδεψαν από το στόμα της στο λαιμό της και ένιωσε την ζεστή ανάσα του να την ζεματίζει.
«Σε θέλω…» της ψιθύρισε στο αυτί της με την ανάσα του βαριά και ξέπνοη.
«Σε θέλω από την πρώτη στιγμή που σε είδα….Κάθε ώρα και κάθε λεπτό σε θέλω περισσότερο. Έρχομαι εδώ κάθε μέρα την ίδια ώρα με την ελπίδα ότι θα σε συναντήσω ξανά. Δε μπορώ να σε βγάλω από το μυαλό μου… Πώς σε λένε;» τη ρώτησε και σήκωσε τα μάτια του να κοιτάξει τα δικά της.
«Χριστίνα… Εσένα;» του απάντησε σαστισμένη με τα μάτια της γεμάτα ερωτηματικά για αυτό που μόλις είχε συμβεί. Δε μπορεί να ήταν αλήθεια αυτό που είχε ζήσει. Ήταν σίγουρη πως έβλεπε κάποιο όνειρο και πως σε λίγο θα ξυπνούσε απογοητευμένη αντικρίζοντας την σκληρή και επώδυνη πραγματικότητα.
«Αλέξανδρο.» της είπε και έγειρε να την φιλήσει ακόμα μια φορά κρατώντας την σφιχτά μέσα στην αγκαλιά του. Αυτή τη φορά το φιλί τους ήταν καυτό, πλημμυρισμένο με πάθος, μεθυσμένο από τον έρωτα που ένιωθαν ο ένας για τον άλλο. Αυτή τη φορά το φιλί τους ήταν υπόσχεση πως η αγάπη τους θα κρατούσε για πάντα. Και έμειναν αγκαλιασμένοι για ώρα κάτω από το χριστουγεννιάτικο έλατο, μοναδικό μάρτυρα του αιώνιου όρκου τους.
Μα ξαφνικά όλα χάθηκαν. Το όνειρο έσβησε απότομα και με μιας βρέθηκε πάλι πίσω σε τούτο το φτωχικό δωμάτιο. Κρύωνε πολύ μα δεν τράβηξε τη μάλλινη και από τα χρόνια φθαρμένη κουβέρτα να σκεπαστεί. Άρχισε να τρέμει και ένα ρίγος την διαπέρασε σε όλο της κορμί. Και τότε το κατάλαβε…Το ένιωσε…Ερχόταν σιγά-σιγά…Την πλησίαζε βήμα-βήμα…Ήταν τόσο κοντά… Τα έχασε. Δεν ήξερε τι έπρεπε να κάνει. Να φοβάται; Να χαίρεται; Σταμάτησε να σκέφτεται και άφησε ελεύθερη την ψυχή της να το νιώσει καθώς την κατέκλυζε από άκρη σε άκρη.
«Επιτέλους… έρχομαι κοντά σου αγαπημένε μου!» ψέλλισε με μια αδύναμη φωνή που μόλις που πρόλαβε να βγει από τα χείλη της. Ένα τελευταίο δάκρυ κύλησε από τα μάτια της αργά, βασανιστικά, σαν τα χρόνια που είχαν περάσει χωρίς εκείνον στο πλάι της και χάραξε ανεξίτηλα το μάγουλό της. Κι έτσι, ξαπλωμένη μονάχη στο σκληρό της στρώμα, κρατώντας σφιχτά πάνω στο στήθος της τον αγαπημένο της άφησε την τελευταία της πνοή.

19 Σεπτεμβρίου 2011

Αντίο λοιπόν...




Μάτια που κλείνουν
Δάκρυα πέφτουν στη γη
Συγνώμη ζητούν

Λέξεις δε βγαίνουν
Στα χείλη σταμάτησαν
Και τι να σου πουν;

Το τέλος ήρθε
Το τέλος που ζήτησες…
Αντίο λοιπόν...

16 Σεπτεμβρίου 2011

Πώς να μην έρθει ο θάνατος λοιπόν;



ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ

Ψυχή φυλακισμένη στο κορμί
Κορμί φυλακισμένο στη ζωή
Ζωή φυλακισμένη μεσ’το Χρόνο
Πνεύμα π’απ’όποια φυλακή κι αν βγει
σε φυλακή πάλι θα πέσει
Κι είναι μονάχα το κορμί π’αγάπησε τη φυλακή του
Πώς να μην έρθει ο θάνατος λοιπόν;

Αλέξανδρος Παναγούλης "Τα Ποιήματα"

8 Σεπτεμβρίου 2011

Διδάσκεται η συγγραφή;







Διδάσκεται άραγε η συγγραφή;
Αν έκανα αυτή την ερώτηση στη Μαρία Γούσιου, συγγραφέας & Writing Coach, θα μου απαντούσε :
-Ναι! Διδάσκεται!
Με αφορμή λοιπόν την αγάπη μου για τη συγγραφή θέλησα να ψάξω λίγο περισσότερο ποίοι είναι οι λόγοι που την κάνουν να πιστεύει κάτι τέτοιο κι έτσι μπήκα στην ιστοσελίδα της.

Όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό της η Μαρία από πολύ μικρή αγαπούσε τη συγγραφή και είχε για πρότυπο και έμπνευση τους σπουδαίους ανθρώπους που μπορούσαν να εκτιμήσουν τους θησαυρούς της κάθε εμπειρίας. Τους εξαιρετικούς που γνώριζαν το πολύτιμο της κάθε στιγμής, και αυτούς που απολάμβαναν τα αποτελέσματα των επιλογών τους, ελπίζοντας πως μπορεί να τα καταφέρει εξίσου καλά και με τη δική της ζωή.

Γι’ αυτό δημιούργησε σε συνεργασία με το σύζυγό της Νίκο Σαπουντζή, Life & Executive Coach, το www.Writing-Online.gr που είναι αφιερωμένο να προσφέρει σε όλους τους –εν δυνάμει και μη– συγγραφείς εργαλεία, τεχνικές, μεθόδους, έμπνευση, μυστικά και άλλα πολλά που αφορούν την Τέχνη, αλλά και την Τεχνική της Συγγραφής, ώστε οι ίδιοι –εύκολα, γρήγορα και απλά– να μετατρέψουν το Πάθος και τη Γνώση τους σε Βιβλία και Επάγγελμα, εάν το επιθυμούν.

Μέσα από τα Online προγράμματά της, τα βιβλία της, τις ψηφιακές και τις φυσικές συναντήσεις της, η Μαρία εκπαιδεύει και εμπνέει όσους έχουν το μεράκι και την όρεξη για συγγραφή με έναν σπάνια χειροπιαστό, εύκολο και ενδιαφέρων τρόπο. Είναι γνωστή για το χαμόγελό της, αλλά και για την άμεση μεταδοτικότητά της.

Τον μήνα Σεπτέμβριο μέσα από το www.Writing-Online.gr παραδίδονται 10 δωρεάν μαθήματα δημιουργικής γραφής με οπτικοακουστικό υλικό μέσω βίντεο, ενώ το κάθε μάθημα συνοδεύεται κι από ένα πρακτικό οδηγό ασκήσεων σε μορφή pdf. Αν θέλει κάποιος να παρακολουθήσει τα μαθήματα αυτά δεν έχει παρά να γραφτεί στο newsletter της εν λόγω σελίδας, ώστε να του αποσταλεί το σύνολο της ύλης στο mail του.

Εγώ έχω ήδη παρακολουθήσει τα δύο πρώτα μαθήματα και διαπιστώνω πως η βοήθεια είναι πάντα πολύτιμη. Μικρές συμβουλές μπορούν να σε κάνουν να δεις τα πράγματα διαφορετικά και να σε βγάλουν από το αδιέξοδο δίνοντάς σου κουράγιο να συνεχίσεις. Κι είναι ακόμα η αρχή.

Μπορείτε να πάρετε μια γεύση από τα δύο πρώτα μαθήματα:

Μάθημα 1ο


Μάθημα 2ο


 H Μαρία Γούσιου ίδρυσε το ετήσιο Εργαστήρι Συγγραφικής Τέχνης που εδρεύει στην Θεσσαλονίκη, καθώς και τα Σεμινάρια Συγγραφής που διεξάγονται σε διάφορες πόλεις της Ελλάδος και της Κύπρου.

Έχει παραπάνω από 10 Χρόνια Εμπειρίας με Πολυάριθμους Συμμετέχοντες σε Ελλάδα και Κύπρο, επίσης…έχει Πολυάριθμες Ιστορίες Συγγραφικής Επιτυχίας των Συμμετεχόντων της που Επιβεβαιώνουν τα Αποτελέσματα της Δουλειάς της.

Επιτεύγματα:
Σε κυκλοφορία τα best – seller μυθιστορήματα:
* Κι όμως υπάρχουν Νεράιδες
* Το κορίτσι της βροχής
Σε κυκλοφορία τα e-books:
* Πώς Να Γράψεις Το Πρώτο Σου Bestseller – Ένας Οδηγός Επιβίωσης Για Νέους Συγγραφείς
* 1000 συγγραφικές ιδέες εξοικονόμησης κόπου και χρόνου: α) για να εμπνευστείς συγγραφικά από το μηδέν β) για να συνδυάσεις μαζί τους τις δικές σου ιδέες ώστε το αποτέλεσμα να είναι συγγραφικά ανατρεπτικό και εκπληκτικό!
* Τι μπορείς να κάνεις τις επόμενες 100 ημέρες για να ολοκληρώσεις το χειρόγραφό σου και να το εκδώσεις
* Τι φέρνει στην συγγραφή άσχημα αποτελέσματα - Όλα όσα πρέπει να αποφεύγεις συγγραφικά
* Μια απλή διαδικασία – που αν την ακολουθήσεις δεν μπορείς παρά να γράψεις αυτό που ποθεί η ψυχή σου! Και να το γράψεις καλά!
* Το πλήρες ερωτηματολόγιο για το πορτρέτο ενός ήρωα
Υπό έκδοση
* Tο μυθιστόρημα Ουράνια Σαγήνη
* O Οδηγός – Εγχειρίδιο για νέους εν δυνάμει συγγραφείς: Πώς Μπορείς Κι Εσύ Να Γίνεις Ένας Επιτυχημένος Συγγραφέας
* Η σειρά Συγγραφικά Tips I, II & III

√ Η Μαρία Γούσιου παρακολουθεί πλήθος σεμιναρίων στην Ελλάδα, από το 1993 μέχρι σήμερα, και στην Αμερική από το 1992 μέχρι σήμερα.

√ Από το 1999 παρακολουθεί μαθήματα Νευρογλωσσικού Προγραμματισμού (NLP).

√ Της απονέμεται Πτυχίο Συγγραφικής Τέχνης από το Writer’s Bureau, το Open College of the Arts, και το Open University of England, πανεπιστημιακά ιδρύματα με έδρα την Αγγλία.

√ Το 2000 της απονέμεται πτυχίο από το John Robert Powers, Αμερικανικό Ίδρυμα Αυτοβελτίωσης, Δημοσίων Σχέσεων και Image Making.

√ Παράλληλα με τις σπουδές πάνω στην Τέχνη της Συγγραφής, συνεργάζεται με το ΚΟΛΕΓΙΟ ΑΝΑΤΟΛΙΑ, TO AMERICAN COLLEGE OF THESSALONIKI, τους CHRISTIE’S, την ΜΕΛ, και τον ΟΜΙΛΟ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗ καλύπτοντας διοικητές θέσεις.

√ Το 2000 συμπαρουσιάζει δίωρη Κυριακάτικη Ραδιοφωνική Εκπομπή Internet Life, στον ΑΝΤ1, 97,5 της Θεσσαλονίκης.

√ Το 2003 ιδρύει το Εργαστήρι Συγγραφικής Τέχνης που εδρεύει στην Θεσσαλονίκη, και αρχίζει να ταξιδεύει σε διάφορες πόλεις της Ελλάδος και την Κύπρο για να εισηγηθεί Σεμινάρια και Μαραθωνίους Συγγραφής, που έχουν βοηθήσει πολλούς ανερχόμενους συγγραφείς να μετατρέψουν μια κενή σελίδα σε συγγραφικό έργο τέχνης.

√ Της έχουν απονεμηθεί διακρίσεις από τους Αμερικάνικους Οργανισμούς:

* The Youth Of The Art
* The National Art Month
* The Spring Arts Festival
* National Art Honor Society
* National FFA Organization
* Future Business Leaders of America (FBLA)

√ Έχει δώσει πλήθος συνεντεύξεων, ενώ άρθρα της υπάρχουν στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο της Ελλάδας και της Κύπρου.


O Νίκος Σαπουντζής  έχει 15 Χρόνια Εμπειρίας. Πολυάριθμες Ιστορίες Επιτυχίας, Αλλαγών & Ευτυχίας και 15.000 Συμμετέχοντες σε Ελλάδα και Κύπρο.

Είναι ένας άνθρωπος που από νωρίς θέλησε να αποκωδικοποιήσει το «πώς» και το «γιατί» κάποιοι άνθρωποι καταφέρνουν να κάνουν τα όνειρα, τα «θέλω» και τους στόχους τους πραγματικότητα, αλλά και να κατακτούν προσωπική ευτυχία, οικονομική ανεξαρτησία και υγεία, ακόμη και μετά από «περιπέτειες».

Πήρε γνώση, τεχνικές, μοντέλα και «εργαλεία» από τους καλύτερους. Τα εφάρμοσε στη δική του ζωή και είδε αποτελέσματα. Μοιράστηκε την γνώση και την εμπειρία με τους δικούς του ανθρώπους και είδε τα δικά τους θετικά αποτελέσματα. Πρόσθεσε την ψυχή του, την προσωπική του εμπειρία και «γέννησε» την μέθοδο με την οποία εργάζεται και εισηγείται στην Ακαδημία Επίτευξης Στόχων & Αλλαγών, Life & Executive Coaching Academy, "ΝΙΚΟΣ ΣΑΠΟΥΝΤΖΗΣ", σε βιωματικά coaching σεμινάρια-εμπειρίες και συνέδρια, σε Προσωπικές Coaching Συναντήσεις-Ραντεβού, σε βιωματικές coaching εκδρομές, σε coaching summer camps, αλλά και σε όσα συγγράφει ο ίδιος γύρω από την Προπόνηση Ζωής, Life & Executive Coaching, και όχι μόνο... 

Κατέχει τα εξής πτυχία:
- Life Skills Coaching Advanced Diploma, Stonebridge College, UK
- Level 4 Life Skills Coaching Advanced Award, NCFE
- National Qualification Framework
- IAC - Coaching Masteries Certification I
- Οικονομική των Επιχειρήσεων, ΝΟΕ, ΑΠΘ
- Master in Business Administration, Kingston, London University
- Υποψήφιος Διδάκτορας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Είναι μέλος των μεγαλύτερων διεθνών οργανισμών Life & Executive Coaching: 
• The International Association of Coaching, (IAC)
• The International Coach Federation, (ICF)
• Professional Coaches and Mentors Association, (PCMA)

7 Σεπτεμβρίου 2011

Πού είσαι Ανάσα;



Υπάρχουν άνθρωποι στη ζωή του κάθε ανθρώπου πού όσο ξαφνικά εμφανίζονται στο δρόμο τους, τόσο ξαφνικά χάνονται κι από αυτόν...
Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν στη ζωή μου η Καλλιόπη! Η "Ανάσα" όπως θα την έχετε ακούσει και διαβάσει εδώ στη μπλογκογειτονιά! Φάνηκε κάποια μέρα να περνάει από το "σπιτικό" μου, να με διαβάζει, να με νιώθει κι ύστερα το έκανε συνήθειο να με επισκέπτεται!
Το ίδιο κι εγώ! Πέρασα κι εγώ από το δικό της σπιτικό. Τη διάβασα, την ένιωσα! Την έμαθα! Έμαθα να διαβάζω την ψυχή της. Την ανάσα της. Γιατί η ανάσα της ήταν όλες εκείνες οι μικρές ιστορίες  που έγραφε κάθε τόσο. Την ίδια αγάπη είχαμε! Να γράφουμε, να γράφουμε, να γράφουμε...
Κάποτε συναντηθήκαμε! Γνωριστήκαμε κι ανταλλάξαμε κι από κοντά όλες αυτές τις σκέψεις για τη μεγάλη μας κοινή αγάπη, τη δίψα μας για τη δημιουργία. Εκείνη τη δίψα που γίνεται κόμπος και δε σε αφήνει να ανασάνεις ελεύθερα...
Κι ήταν όλα όμορφα!
Όμως ξαφνικά εξαφανίστηκε!
Χάθηκε χωρίς να αφήσει τίποτα πίσω της. Ούτε ένα μικρό μήνυμα! Έκλεισε το "σπιτικό" της, την ανάσα της την ίδια και έμεινα να αναρωτιέμαι που να πήγε.
Όσο κι αν την έψαξα, όσο κι αν την αναζήτησα, χαμένος κόπος...
Τι κι αν άφησα μηνύματα, τι κι αν πήρα τηλέφωνο;
Σιωπή...
Δεν παραπονιέμαι...
Λυπάμαι μόνο γιατί έχασα από κοντά μου έναν άνθρωπο που άξιζε, που ήξερα πως με καταλάβαινε! Έναν άνθρωπο που καταλάβαινα κι εγώ! Τουλάχιστον έτσι νομίζω...
Όπου κι είναι, ό,τι κι αν κάνει εύχομαι να περνάει όμορφα και να την έχει ο Θεός καλά!
Κοντεύει ένας χρόνος που έχω να την δω και να την ακούσω...

Που να είσαι άραγε Ανάσα μας;   

1 Σεπτεμβρίου 2011

Σκοτάδι... (συνέχεια)




Καθώς χανόταν όλο και πιο βαθιά στο πυκνό δάσος τα μάτια του άρχισαν να συνηθίζουν το σκοτάδι που καταβρόχθιζε τα πάντα ολόγυρά του. Τώρα μπορούσε να διακρίνει ευκολότερα το τοπίο που απλωνόταν τριγύρω του. Οι σκιές είχαν γίνει πιο ευδιάκριτες κι όλα έμοιαζαν να φωτίζονται από το φως του ολόγιομου φεγγαριού που είχε σηκωθεί πιο ψηλά, κουρασμένο να κρύβεται πια. Πελώρια δέντρα με γυμνά κλαδιά και χοντρούς κορμούς κάλυπταν από άκρη σε άκρη το μονοπάτι. Αγκαθωτοί θάμνοι φώλιαζαν στις αιωνόβιες ρίζες τους και ψηλά κοφτερά βράχια ξεπετάγονταν από εδώ κι από εκεί κάνοντας το τοπίο να μοιάζει άγριο και απόκοσμο.  

Σήκωσε τα μάτια του προς την πανσέληνο. Τα γυμνά κλαριά των δέντρων έμοιαζαν με χέρια που ζητούσαν απεγνωσμένα να την αγγίξουν λες και θα τους χάριζε τη  λύτρωση. Ήταν η δέκατη πανσέληνο του χρόνου. Η  πανσέληνος «του Αίματος» όπως την  έλεγαν στην πατρίδα του. Μια τέτοια πανσέληνο είχε γεννηθεί κι αυτός πριν από εικοσιτέσσερα χρόνια.  Ίσως τελικά από εκείνη την πρώτη μέρα της ζωής του να είχε γραφτεί η μοίρα του. Μια μοίρα που ήταν βουτηγμένη στο αίμα, στον τρόμο και το θάνατο. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Όλα ακολουθούν τον δρόμο που ορίζουν οι Μοίρες της ζωής. Μάλλον γι’αυτό είχε γεννηθεί με το κόκκινο φεγγάρι. Φαίνεται πως ήταν το ριζικό του να πλημμυρίσει πολλές φορές τα χέρια του με αίμα.

Θυμήθηκε τη μητέρα του που τον κρατούσε στην αγκαλιά της, μια αγκαλιά που μοσχοβολούσε  νυχτολούλουδο, να του λέει πως όποιο αγόρι γεννηθεί το μήνα με την πανσέληνο «των πεσμένων φύλλων» -έτσι την αποκαλούσε εκείνη- του έμελλε να γίνει σπουδαίος και τρανός πολεμιστής. Πως τα κατορθώματά του θα έκαναν το γύρω του κόσμου και θα γίνονταν θρύλοι για τις επόμενες γενιές.  Μα τότε ξέχασε να του πει πως για να γίνεις πολεμιστής πρέπει να νιώσεις τη φρίκη του πολέμου, πρέπει να λερώσεις τα χέρια σου άπειρες φορές με αίμα, να βγάλεις κάθε ίχνος λύπησης και συναισθήματος από μέσα σου κι απλώς να σκοτώνεις, να σκοτώνεις, να σκοτώνεις…
Ένας αγροίκος είναι ο πολεμιστής.
Θάνατος. Παντού θάνατος.
Αυτή είναι στα αλήθεια η ζωή του πολεμιστή. Του τρομερού πολεμιστή. Να σκοτώνει μέχρι να έρθει η ώρα που κάποιος άλλος -επίσης τρανός πολεμιστής- θα σκοτώσει τον ίδιο. Ποιος ξέρει πότε θα ερχόταν η δική του ύστατη ώρα; Ποιος ξέρει άραγε να πει πώς είναι να νιώθεις στο δικό σου σώμα να μπήγεται γεμάτο μίσος το κοφτερό σπαθί του εχθρού και να σε αποτελειώνει; Τι κι αν το είχε κάνει αμέτρητες φορές σε τόσους άλλους πολεμιστές; Τι κι αν με το σπαθί του είχε αφαιρέσει τη ζωή τόσων και τόσων αντιπάλων; Άγνωστη παρέμενε η απάντηση…


Τα πρόσωπα του αδερφού και του αγαπημένου του φίλου πέρασαν και πάλι από μπροστά του. Τα είδε βουτηγμένα στο αίμα με μια έκφραση πόνου, τρόμου και απόγνωσης την ώρα που χάνονταν. Τι κι αν ήταν κοντά τους, δίπλα τους; Δεν πρόλαβε να κάνει τίποτα. Μες τον αλαλαγμό της μάχης όλα γίνονται αστραπιαία. Κι όταν ξανά σηκώσεις το κεφάλι ίσως να είναι και η τελευταία φορά που θα αντικρίσεις το φως…

Από τα μάτια του άρχισαν να τρέχουν δάκρυα. Μέσα στην παγωνιά της νύχτας τα ένιωθε καυτά να ζεσταίνουν τα μάγουλά του. Είναι όμορφο να κλαις. Να βγάζεις από μέσα σου τον πόνο. Μα γιατί δεν το έκανε ποτέ παλιότερα;
«Μα γιατί είσαι τρανός πολεμιστής!» ψιθύρισε σιωπηλά στον εαυτό του με έναν τόνο γεμάτο ειρωνεία.
Ούτε που κατάλαβε πότε ξημέρωσε, πότε νύχτωσε και πάλι. Τρεις μέρες ταξίδευε χωρίς να σταματήσει λεπτό, χωρίς να φάει τίποτα. Μόνο με λίγο νερό κατάβρεχε τα χείλη του που και που κι αυτό για να μπορέσει να φτάσει στο σπίτι του.

Με το νέο ξημέρωμα άρχισε να διακρίνει στο βάθος το χωριό του. Ένα σύννεφο άσπρου καπνού πλανιόταν από πάνω του κι αμέσως ένιωσε να συνέρχεται, να ξυπνάει από τον λήθαργο που είχε βυθιστεί τις τελευταίες τρεις μέρες. Χτύπησε με δύναμη τα πλαϊνά του αλόγου του κι εκείνο παρά το μεγάλο ταξίδι βρήκε τη δύναμη να αρχίσει ένα ξέφρενο  ποδοβολητό. Σε λίγα λεπτά είχε ήδη μπει στο χωριό του.

Καταστροφή. Παντού γύρω του καταστροφή.
Ο άντρας κατέβηκε σαστισμένος από το άλογο, παραπατώντας στην καμένη γη που κειτόταν στα πόδια του. Γεμάτος απορία κοίταξε το τρομερό θέαμα που απλωνόταν τριγύρω του, χωρίς να μπορεί να πιστέψει το μέγεθος της συμφοράς που είχε πλήξει το χωριό του.  Το μαύρο τοπίο που αντίκριζε μπροστά του, δε θύμιζε σε τίποτα τον ολοζώντανο τόπο που είχε αποχωριστεί μόλις λίγους μήνες νωρίτερα. Τα πάντα γύρω του έμοιαζαν με σκηνικό από τον χειρότερο εφιάλτη. Μέσα στον απόλυτο όλεθρο άρχισε να αναζητά κάποιο σημείο ζωής, μα όλα φαίνονταν να έχουν νεκρώσει. Το βλέμμα του ταξίδεψε εκεί που κάποτε στέκονταν τα σπίτια των συγχωριανών του, μα τώρα δεν είχαν απομείνει παρά μαύρα καρβουνιασμένα ερείπια, έτοιμα να σωριαστούν στο χώμα. Τα νεκρά σώματα των συγχωριανών του σωριάζονταν από δω και από κει σαν ψεύτικες κούκλες που κάποιο παιδί τις είχε παρατήσει κουρασμένο ύστερα από το πολύωρο  παιχνίδι του. 

Έμεινε καρφωμένος στη θέση του, ανίκανος να κάνει την παραμικρή κίνηση.
Τι να  είχε συμβεί εδώ πέρα;