Απλώς αγαπημένο....
Ô toi, le plus savant et le plus beau des Anges,
Dieu trahi par le sort et privé de louanges,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Ô Prince de l'exil, à qui l'on a fait tort
Et qui, vaincu, toujours te redresses plus fort,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Toi qui sais tout, grand roi des choses souterraines,
Guérisseur familier des angoisses humaines,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Toi qui, même aux lépreux, aux parias maudits,
Enseignes par l'amour le goût du Paradis,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Ô toi qui de la Mort, ta vieille et forte amante,
Engendras l'Espérance, — une folle charmante!
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Toi qui fais au proscrit ce regard calme et haut
Qui damne tout un peuple autour d'un échafaud.
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Toi qui sais en quels coins des terres envieuses
Le Dieu jaloux cacha les pierres précieuses,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Toi dont l'oeil clair connaît les profonds arsenaux
Où dort enseveli le peuple des métaux,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Toi dont la large main cache les précipices
Au somnambule errant au bord des édifices,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Toi qui, magiquement, assouplis les vieux os
De l'ivrogne attardé foulé par les chevaux,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Toi qui, pour consoler l'homme frêle qui souffre,
Nous appris à mêler le salpêtre et le soufre,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Toi qui poses ta marque, ô complice subtil,
Sur le front du Crésus impitoyable et vil,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Toi qui mets dans les yeux et dans le coeur des filles
Le culte de la plaie et l'amour des guenilles,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Bâton des exilés, lampe des inventeurs,
Confesseur des pendus et des conspirateurs,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Père adoptif de ceux qu'en sa noire colère
Du paradis terrestre a chassés Dieu le Père,
Ô Satan, prends pitié de ma longue misère!
Οι Λιτανείες του Σατανά
Ω Συ, ο πιο όμορφος κι ο πιο σοφός απ'τους Αγγέλους,
Θεέ που η μοίρα σε πρόδωσε και δε σου ψέλνουν ύμνους,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Της εξορίας, ω Πρίγκιπα, που σ'αδικήσαν κι όμως,
και νικημένος πιο ισχυρός ορθώνεσαι, Συ, αιώνια,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που όλα τα γρικάς, τρανέ ρήγα του κάτω κόσμου
και γιατρευτή πονετικέ κάθε αγωνίας του ανθρώπου,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που και στους πανάθλιους και στους λεπρούς ακόμα
μαθαίνεις με τον έρωτα το τι ο Παράδεισος είναι,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Ω Συ, που από το Θάνατο - παλιά, τρανή σου αγάπη -
γέννησες την Ελπίδα - μια τρελή χαριτωμένη,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που ησυχάζεις τη ματιά του κάθε προγραμμένου,
που ολόκληρο ντροπιάζει λαό γύρω απ'την καρμανιόλα,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Εσύ, που ξέρεις πού, βαθιά στη γη, στα έγκατά της,
έκρυψε ο Θεός ζηλόφθονα τ'ατίμητα πετράδια,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που'χεις μάτι που τρυπά τα τρίσβαθα εργαστήρια,
που μέσα τους τα μέταλλα κοιμούνται αποκρυμμένα.
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που το χέρι σου, πλατύ, βάραθρα κλει και σώζει
τον υπνοβάτη που βαδίζει στων σκεπών το χείλος,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που σαν μάγος τα σκληρά τα κόκκαλα απαλύνεις
του μέθυσου που νύχτωσε κι άλογα τον πατήσαν,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που τον πόνο του άρρωστου για να τόνε γλυκάνεις,
μας έμαθες να σμίγουμε το νίτρο με το θειάφι,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που τη βούλα σου, ω κρυφέ συνένοχε, την βάζεις
στο μέτωπο του ανήλεου και τιποτένιου κροίσου,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Συ, που τα μάτια, την καρδιά των κοριτσιώνε κάνεις,
τους πονεμένους ν'αγαπούν και τους κουρελιασμένους,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!Ω Συ, ραβδί του εξόριστου και λάμπα του εφευρέτη,
του κρεμασμένου και του συνωμότη ξομολόγε,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
Θετέ πατέρα, Εσύ, εκείνων, που μες στη μαύρη οργή του
τους έδιωξε από την Εδέμ της γης ο Θεός Πατέρας,
ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!
"ω Σατανά, τη μαύρη μου κακομοιριά λυπήσου!"
ΑπάντησηΔιαγραφήομολογώ Νατάσσα μου αυτή η φράση θα μου μείνει...
Διάβαζα και διάβαζα και φτάνοντας σε αυτή, επαναλαμβάνοντας τις ίδιες συλλαβές, τις ίδιες λέξεις... η ανατριχίλα περνούσε απ' όλο μου το σώμα...
Ένιωθα κι εγώ σαν να απαλύνει κάποιον πόνο μου εκείνος...
Υπέροχο.
Φιλιά
@Sweet truth
ΑπάντησηΔιαγραφήBaudelaire κάναμε θυμάμαι στο πρώτο έτος της σχολής. Τελείωσα Γαλλική Φιλολογία βλέπεις. Αμέσως τον αγάπησα. Είναι τεράστιος ποιητής. Κρύβονται τόσα μηνύματα πίσω από τους στίχους του. "Τα Άνθη του Κακού" είναι από τις καλύτερες συλλογές! Αξίζει να τη διαβάσεις!
Φιλάκια πολλά καλή μου!
Εδώ και πολύ καιρό θέλω να κάτσω να διαβάσω Baudelaire! Είναι απλά φανταστικός! Πρέπει να βρω χρόνο...γκρρρρρρρ!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα 'σαι καλά Νατάσσα μου και να έχεις ένα υπέροχο υπόλοιπο της Κυριακής! Πολλά φιλιά!
@Έσπερέ μου
ΑπάντησηΔιαγραφήνα κάτσεις να διαβάσεις ναι! είναι πράγματι εκπληκτικός! όλα του τα ποιήματα είναι φοβερά! θΑα περιμένω εντυπώσεις!
Φιλιά κ καλό απόγευμα κ σε 'σένα!
I'll immediately take hold of your rss feed as I can't to find your email
ΑπάντησηΔιαγραφήsubscription hyperlink or e-newsletter service.
Do you have any? Kindly allow me recognise so that
I may just subscribe. Thanks.
My webpage :: cardsharing fast