Στεκόταν
σκυφτός πάνω στο μαύρο του άλογο…
Σκοτεινή
φιγούρα βουτηγμένη στο μαύρο έρεβος που
απλωνόταν τριγύρω του…
Ίσα
που να μπορείς να τον διακρίνεις…
Κι
εκείνο το φεγγάρι…
Αχ
εκείνο το φεγγάρι…
Έπαιζε
παιχνίδια γαντζωμένο πάνω στον άδειο από αστέρια ουρανό. Κρυβόταν ανάμεσα σε εκείνα
τα σύννεφα ομίχλης. Κρυβόταν από τον σκοτεινό καβαλάρη…
Μην
τύχει τάχα και το δει…
Μα
εκείνος αδιάφορος συνέχιζε σκυφτός…
Που
πήγαινε; Ποιος άραγε να ήταν ο προορισμός του; Τα ξωτικά του σκοτεινού δάσους άρχισαν
να διερωτώνται αναμεταξύ τους καθώς εκείνος περνούσε τα πρώτα δέντρα.
«Τον
βλέπεις;»
«Ίσα
που τον βλέπω…»
«Τον
ξέρεις;»
«Πρώτη
φορά στα μέρη τούτα θαρρώ πως περπατεί…»
«Που
να πηγαίνει ξέρεις;»
«Πέρα
από αυτόν τον κόσμο νομίζω θε να βγει…»
Κι
έπειτα σώπασαν να δουν τον σκοτεινό άντρα που διέσχιζε τη γη τους…
Μαύρη
πανοπλία φορούσε. Κι ο ίδιος πάνω σε μαύρο άλογο. Όλα μαύρα όπως κι η νύχτα εκείνη
που τον αντίκριζαν για πρώτη φορά.
Μαύρη
και η καρδιά του…
Μόνο
ο ήχος από τα βαριά πέλματα του αλόγου έφταναν στα αυτιά του καθώς εκείνο βημάτιζε
πάνω στο νωπό και γεμάτο βρύα και λειχήνες έδαφος. Τίποτα άλλο δεν μπορούσε να
ακούσει. Βυθισμένος στις σκέψεις του δεν τον ένοιαζε διόλου ο προορισμός… Είχε
αφεθεί απλώς να πηγαίνει…
Που
θα πήγαινε άλλωστε; Που αλλού θα μπορούσε να πάει; Σπίτι του… Και το άλογο του
τον γνώριζε καλά τούτο το δρόμο.
Πώς
θα αντίκριζε τους δικούς του; Τι θα τους έλεγε; Είναι δύσκολο πολύ να είσαι
μαντατοφόρος θλιβερών ειδήσεων. Χάνεις τα λόγια… Δε ξέρεις τι να πεις… Θαρρείς
πως κουβαλάς το μεγαλύτερο βάρος του κόσμου. Κι είσαι εσύ αυτός που πρέπει να
το σηκώσει…
Ο πόλεμος
ποτέ δε δίνει κάτι, μονάχα παίρνει…Μονάχα αφαιρεί…
Σκορπίζει
το φόβο, τον τρόμο, και την καταστροφή απ’όπου κι αν περάσει…
Αρπάζει
ανθρώπινες ζωές και γεμίζει με πόνο τις καρδιές όσων μένουν πίσω.
Κι η
δική του καρδιά πλημμυρισμένη με πόνο ήταν…
Αυτή
η ήττα ήταν η χειρότερη όλων. Όχι, όχι γιατί θα έχαναν τον πόλεμο…
Σε
αυτή τη μάχη έχασε τον αδερφό του…
Κι όχι
μόνο…
Σε
αυτή τη μάχη έχασε και τον καλύτερο του φίλο…
Θάνατος
παντού…
Ίσως
κι ο ίδιος να ήταν νεκρός τώρα και να μην το είχε καταλάβει. Πώς αλλιώς να
ένιωθε αυτό το κενό; Πώς αλλιώς να ένιωθε τόσο άδειος; Και ποιο άγνωστο μέρος ήταν
αυτό που περπατούσε; Τι περίεργοι ψίθυροι ήταν αυτοί που άκουγε; Μάλλον στον Κάτω
Κόσμο έφτανε…
Για
μια στιγμή ανασήκωσε το κεφάλι του και πήγε να πει κάτι, μα σώπασε…
Ύστερα
χαμήλωσε πάλι το βλέμμα του στο μαύρο χώμα και χάθηκε πάλι στο λαβύρινθο των
βασανιστικών σκέψεων του…
Δεν
τον ένοιαζε διόλου ο προορισμός…
...ακομα δεν μπηκε ο Σεπτεμβριος..ας αναβαλλει τον κατω κοσμο γι' αργοτερα! :)
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλο απογευμα Αναστασια! :)
Ταλέντο στην δημιουργία ερεβώδους ατμόσφαιρας. Εικόνες ελκυστικές μέσα στη μαυρίλα τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναμένω την συνέχεια!
@Ilia μου,
ΑπάντησηΔιαγραφήτι να του κάνω που τώρα βρήκε αυτός ο Μαύρος καβαλάρης να τρυπώσει στη Φαντασία μου; Σιγά να μην υπολόγιζε την εποχή...
Καλό απόγευμα!
;-)
@Χριστοφορέ μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι κάνεις; Πως πέρασες το καλοκαιράκι; Ελπίζω όμορφα!
Ευχαριστώ για τα όμορφα λόγια! Δεν είχα σκεφτεί να το συνεχίσω... Λες; Δεν είναι άσχημη η ιδέα σου! Θα το δω κι αν μου βγει κάτι έχει καλώς...
Τα φιλιά μου!
Σκοτεινός καβαλαρης με σκοτεινές σκεψεις, άραγε τι έγινε και για τι κατηγορεί τον εαυτό του; Ποιες δυναμεις αντιμετωπίζει; Από ποιον εχθρό χάνουνε τον πόλεμο;
ΑπάντησηΔιαγραφήΥλικό για μυθιστόρημα οφειλω να πω.
Όπως και οι υπόλοιποι τόνισαν, ίσως πρέπει να το ψάξεις καλύτερα και να το συνεχίσεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠράγματι και γω νιώθω ότι αξίζει!
Ήταν άλλωστε υπέροχο όπως όλα όσα γράφεις!!
Φιλάκια!!!
@Νυχτερινή μου Πένα
ΑπάντησηΔιαγραφήχαίρομαι που σου γέννησα τόσες απορίες κ το βρήκες ενδιαφέρον! Ίσως να το συνεχίσω τελικά!
Καλή σου μέρα!
@Sweet truth μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ πολύ κοριτσάκι μου! Αυτό θα κάνω! Με πείσατε! θα το συνεχίσω κ όπου βγει...
Την καλημέρα μου κ να περνάς όμορφα!!!
Φιλάκια!